Του κ. Ιωάννου Φ. Αθανασοπούλου
Θεολόγου – Φιλολόγου
1. «Στάδιο των αρετών» και «καιρός πνευματικών αγώνων» είναι κατά τον
ιερό υμνογράφο, η περίοδος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Και στο
μέσον αυτής της περιόδου «επειδή δια της τεσσαρακονθημέρου νηστείας,
τρόπον τινά, και ημείς σταυρούμεθα, νεκρούμενοι από των παθών, πικρίας
τε αίσθησιν έχομεν ακηδιώντες και καταπίπτοντες, προτίθεται ο τίμιος και
ζωοποιός Σταυρός, ωσανεί αναψύχων και υποστηρίζων ημάς, και
υπομιμνήσκων ημάς του πάθους του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, και
παραμυθούμενος …
κουφίζων τε τους πόνους ημών τη παραθέσει των
δεσποτικών θλίψεων και τη υπομνήσει και ελπίδι της δια του Σταυρού
δόξης» (βλ. Τρώδιον, έκδ. Αποστολικής Διακονίας, σ. 214). Γι’ αυτό και
κατά την Γ’ Κυριακή της «Σταυροπροσκυνήσεως» προβάλλεται και εξυμνείται
ιδιαιτέρως ο «ζωηφόρος» του Κυρίου Σταυρός, ως «όπλον ακαταμάχητον» και
των «πιστών στηριγμός».
Είναι μεγάλη η σημασία του τιμίου Σταυρού
στην ζωή των Ορθοδόξων Χριστιανών. Ο Σταυρός είναι «ο φύλαξ πάσης της
οικουμένης», «η ωραιότης της Εκκλησίας», «βασιλέων το κραταίωμα», «η
θύρα του παραδείσου», «της Εκκλησίας το περιτείχισμα· δι’ ού εξηφάνισται
η φθορά και κατήργηται και κατεπόθη του θανάτου η δύναμις και υψώθημεν
από γης προς ουράνια» (Από την υμνολογία της Εκκλησίας). Είναι το
σημείον της πίστεως, το τιμιότερο σύμβολο του Χριστιανισμού. Σύμβολο
καταλλαγής, σύμβολο της νίκης του θανάτου και του θριάμβου της
Αναστάσεως του Χριστού. Είναι ο μεγαλοφωνότατος άμβων, που εξαγγέλλει
μηνύματα υπερκόσμια στους οδοιπόρους της ζωής.
Όργανον καταδίκης,
όργανον θανατικής εκτελέσεως και σύμβολον εσχάτης τιμωρίας ήταν ο
Σταυρός, προτού να προσφερθεί επάνω σ’ Αυτόν η θυσία του εσταυρωμένου
Λυτρωτού. Ήταν σημείον κατάρας, αφού εθεωρείτο «κεκατηραμένος υπό Θεού
πας κρεμάμενος επί ξύλου» (Δευτερονόμ. ΚΑ’, 23). Από την στιγμή όμως που
ο Κύριος «γενόμενος υπέρ ημών κατάρα» (Γαλάτ. γ’, 13) άπλωσε «τας
αχράντους χείρας» Του στο ξύλο του Σταυρού, ο Σταυρός έγινε το σημείον
της δόξης και του θριάμβου του Χριστιανισμού. «Ο Σταυρός, γράφει κάπου ο
Αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, σημείον ημίν (δηλ. τοις Χριστιανοίς) δέδοται …
όν τρόπον τω Ισραήλ η περιτομή. Δι’ αυτού γαρ οι πιστοί των απίστων
αποδιιστάμεθα» (δηλ. ξεχωρίζουμε). Ο τίμιος Σταυρός, «το τρισμακάριστον
ξύλον εν ώ ετάθη Χριστός», έγινε από την στιγμή εκείνη ο βωμός, επάνω
στον οποίον ο Μέγας Αρχιερεύς, θύτης και συγχρόνως θύμα, προσέφερε την
μοναδική και ανεπανάληπτη θυσία, διά της οποίας «ιάθη το μέγα τραύμα, ο
άνθρωπος», κατά τον ιερόν υμνογράφο.
«Ο Σταυρός, το της εσχάτης
τιμωρίας σύμβολον, νυν γέγονε ποθεινόν και επέραστον (δηλ. αξιαγάπητον),
παντός κόσμου τιμιότερος ων», κατά τον ιερόν Χρυσόστομον. Διότι, όπως
συνεχίζει ο ιερός πατήρ, «ούτος ο Σταυρός την οικουμένην έσωσε και
επέστρεψε, την πλάνην εξήλασε, την αλήθειαν επανήγαγε, την γην ουρανόν
εποίησε, τους ανθρώπους αγγέλους ειργάσατο» (Migne P. G. 58, 538). Το
γεγονός αυτό δικαιολογεί την ιδιαίτερη τιμή που αποδίδεται από τους
Χριστιανούς προς τον Σταυρόν του Κυρίου, καίτοι ήταν «τοις μεν Ιουδαίοις
σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρία» (Α’ Κορ. α’, 23), κατά τον Απόστολο Παύλο.
2. Από τους πρώτους ακόμη αιώνες του Χριστιανισμού, ο ζωηφόρος Σταυρός
του Κυρίου ετιμήθη ως ιερότατο αντικείμενο, συνδεδεμένο στενώς προς το
θείο Δράμα και προς το όλο απολυτρωτικό έργο του Σωτήρος Χριστού. Κυρίως
ετιμήθη ως σύμβολο του Χριστιανισμού και ως χαρακτηριστικό γνώρισμα
όσων πιστεύουν στον Χριστό. Είναι δε άξιον εξάρσεως το γεγονός ότι ο
Σταυρός δεν ετιμάτο κυρίως ως σύμβολοντου πάθους του Κυρίου, αλλά ως το
κατεξοχήν τρόπαιον του θριάμβου Του και σύμβολο της νίκης Του. Η
παράδοξος για τον ειδωλολατρικό κόσμο ιδέα, ότι ο Κύριος με τον θάνατό
Του «επάτησε τον θάνατον» και ότι με το σταυρικό μαρτύριό του και την
ανάστασή Του ανεδείχθη νικητής, ήταν διάχυτη σε ολόκληρη την
χριστιανοσύνη. Αποτελεί το κέντρον όλης της παλαιοχριστιανικής
σωτηριολογίας. Και δεν ίσχυε μόνον για τον Χριστό η γνώμη αυτή, αλλά και
για όλους εκείνους οι οποίοι υπεβάλλοντο στο μαρτύριο για το όνομά Του.
Ως εκ τούτου και η χριστιανική τέχνη δεν εδίστασε να δώσει το νικοποιό
αυτό σύμβολο, δηλαδή τον Σταυρό, στα χέρια των Μαρτύρων, γιατί και
αυτοί, όπως και ο Κύριος, κατενίκησαν με τον μαρτυρικό τους θάνατο τον
ίδιον εχθρό, αν και για τους Μάρτυρες, το κατεξοχήν σύμβολο της νίκης
τους, είναι ο στέφανος, τον οποίον ως πιστοί στρατιώται και «αθληταί του
αθλοθέτου Χριστού» λαμβάνουν από τα χέρια Του.
Οι Χριστιανοί
συγγραφείς των πρώτων αιώνων δεν παύουν να εξυμνούν τον Σταυρό του
Κυρίου ως «το νικοποιόν και σωτήριον σύμβολον», ως «τρόπαιον Ιησού το
σωτήριον», να τον ονομάζουν «αήττητον Σταυρόν» και να αναφέρουν ρητώς
ότι ο Κύριος «ανήλθεν επί τον Σταυρόν, ίνα θριαμβεύση επί τον όφιν» και
ότι δια του Σταυρού επέτυχε τον θρίαμβό Του κατά του θανάτου. Αλλά και
σε όλη την απέραντη πατερική γραμματεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας
βρίσκουμε αναρίθμητους λόγους διακεκριμένων πατέρων και εκκλησιαστικών
συγγραφέων, τους οποίους συνέγραψαν και εξεφώνησαν ειδικώς κατά τις
ημέρες που ετιμάτο ο Σταυρός ή το πάθος του Κυρίου (βλ. Γεωργ. Γρατσέα,
«Σταυρός». Θ.Η.Ε. τ. 11ος, στ. 424 κ.ε.).
Από της εποχής του πρώτου
χριστιανού αυτοκράτορος, του Μ. Κωνσταντίνου, ο τίμιος Σταυρός, ως το
κατεξοχήν σύμβολο δυνάμεως των χριστιανών, «ανυψώθη σελαγίζων υπεράνω
μετηρμένων θόλων. Εκόσμησε θρόνους αυτοκρατόρων και μαργαριτοκόλλητα
στέμματα. Έλαμψεν ως παράσημον αρετής και ανδρείας εις τα στήθη.
Προηγήθη ως σημαία ελπιδοφόρος επί κεφαλής νικηφόρων εκπολιτιστικών
στρατιών … Ανεγνωρίσθη παγκοσμίως ως διεθνές σήμα ευεργετικών σωματείων.
Επεσκίασε παρήγορος τον τελευταίον ύπνον των νεκρών εις τας σιγηλάς
νεκροπόλεις των. Ωρθώθη απ’ άκρου εις άκρον της γης πυρίμορφον
Ευαγγέλιον, διδάσκων πάσαν τάξιν και πάσαν ηθικήν κατάστασιν» (Κων.
Καλλινίκου, 52 Ομιλίαι. Αθήναι 1927, σ. 143).
Ο Σταυρός προηγείτο
πάντοτε κατά τους ποικίλους αγώνες της Εκκλησίας και του Έθνους. Ενίσχυε
τους Μάρτυρες και τους Νεομάρτυρες, ετόνωνε την ζωή των Ελλήνων κατά
την μακραίωνα δουλεία, συνυφάνθη στενώς με την ζωή και τις τύχες του
Έθνους μας, έγινε το ένδοξο σύμβολό του. «Ουκ αν τις αμάρτοι και τον
Σταυρόν ράβδον δυνάμεως ειπών. Αύτη γαρ η ραβδος γην και θάλατταν
επέστρεψε και δυνάμεως πολλής ενέπλησε», γράφει ο ιερός Χρυσόστομος
(Migne P.G. 55, 269).
Πρέπει να τονιστεί και να κατανοηθεί
ιδιαιτέρως ότι ο Σταυρός, επί του οποίου «προσηλώθη ο Νυμφίος της
Εκκλησίας», δεν είναι μόνον ένα απλό σύμβολο. Το σημείον του Σταυρού
ελκύει και μεταδίδει αόρατη και ακαταμάχητη θεϊκή δύναμη, γενόμενο πηγή
μεγάλων δωρεών. «Ο γαρ Σταυρός, γράφει και πάλιν ο ιερός Χρυσόστομος,
ανείλε την αμαρτίαν, καθάρσιον της οικουμένης εγένετο, ανέωξε του
Ουρανού τας πύλας, τους μισουμένους φίλους εποίησεν, εις τον ουρανόν
επανήγαγεν …, μύρια έτερα παρέσχεν ημίν αγαθά» (Migne P.G. 48, 867).
Και ως σημείον και ως σύμβολον, ο Σταυρός δεν είναι ούτε κάποια
αφηρημένη αναζήτηση ή ακαθόριστη πίστις, ούτε πάλιν ένα στατικό
αντικείμενο της Εκκλησίας. Ως σημείον ο Σταυρός είναι συγκεκριμένος
τύπος, ο οποίος καλύπτει ολόκληρη την Εκκλησία, εσωτερικώς και
εξωτερικώς, ενώ για κάθε πιστό μέλος αυτής είναι μια αυτοπροαίρετη και
προσωπική κίνηση του δεξιού μας χεριού επί του μετώπου της κεφαλής, της
κοιλίας και του στήθους. Είναι έκφραση χριστιανικού βιώματος, είναι
παρρησία και ομολογία πίστεως. Είναι προλογική πράξη κατά την ώρα του
βηματισμού μας προς την εικόνα του Χριστού, της Θεοτόκου ή των Αγίων.
Συνεπώς, όταν το σημείον του Σταυρού δεν γίνεται μηχανικώς από μια απλή
και τυπική συνήθεια, αλλά με θερμή πίστη και με μεγάλη ευλάβεια,
συνοδεύεται δε και με λόγους προσευχής, γίνεται για τον πιστό χριστιανό
«όπλον ακαταμάχητον». Γι’ αυτό και οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας
συμβουλεύουν τους πιστούς να χρησιμοποιούν το σημείον του Σταυρού σε
κάθε περίσταση. «Μη επαισχυνθώμεν τω Σταυρώ του Χριστού· αλλά κάν άλλος
αποκρύπτη συ φανερώς επί τω μετώπω σφραγίσου· ίνα οι δαίμονες το σημείον
ιδόντες το Βασιλικόν, μακράν φύγωσι τρέμοντες. Ποίει δε τούτο το
σημείον εσθίων και πίνων, καθήμενος, κοιταζόμενος, δηλ. κατακλινόμενος,
εξανιστών, λαλών, περιπατών, απαξαπλώς εν παντί πράγματι», συνιστά ο
Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων.
Ομολογουμένως ο Χριστιανισμός είναι η
θρησκεία του Σταυρού. Ο Απ. Παύλος, όταν έγραφε στους Κορινθίους «ου γαρ
έκρινα του ειδέναι τι εν υμίν, ει μη Ιησούν Χριστόν και τούτον
εσταυρωμένον» (Α’ Κορ. β’, 2), είχεν απολύτως κατανοήσει την σημασία του
Σταυρού για τον Χριστιανισμό. Ο Χριστός θυσιάστηκε στον Σταυρό από
αγάπη για τον άνθρωπο, για να μην υπάρξει ποτέ απορία ως προς την
αρμόζουσα ανθρώπινη συμπεριφορά σε ανάλογη περίπτωση. Έκτοτε Σταυρός και
αγάπη αλληλοσυμπληρώνονται και αποτελούν την ουσία του Χριστιανισμού. Ο
συνδετικός κρίκος Θεού και ανθρώπων είναι το μαρτύριο του Γολγοθά. Η
σταυρική θυσία, από την οποίαν επήγασε «ζωή και ανάστασις»,
μεταβιβάζεται στον καθένα μας ως πρωταρχική ανάγκη, εάν θέλουμε να
υπάρχει η ενότητα με τον Θεό. Αντιθέτως, η αποφυγή του πόνου και της
θυσίας στη ζωή μας είναι αποφυγή του Σταυρού και τούτο συνεπάγεται την
άρνηση αυτού τούτου του Κυρίου. Συνεπώς, όταν πρέπει να ανέλθουμε κι
εμείς στον προσωπικό μας Σταυρό, στον σταυρό του πόνου και των
δοκιμασιών της ζωής, στον σταυρό της εγκατάλειψης και των στερήσεων,
στον σταυρό του μέχρις αυταπαρνήσεως καθήκοντος, ο θείος Εσταυρωμένος
δεν επιτρέπει να ταλαντευτούμε. Στην προκειμένη περίπτωση είναι ανάγκη
«να άρωμεν τον Σταυρόν» μας, γιατί εκείνος που σηκώνει με υπομονή τον
Σταυρό του στην παρούσα ζωή οδηγείται στην δόξα του ουρανού. Ο πιστός
χριστιανός ή αίρει τον σταυρό στην ζωή του και πορεύεται απτόητος προς
την δόξα της Αναστάσεως ή γίνεται ουραγός των επιθυμιών του κόσμου και
παραπαίει στις ατραπούς της αγνωσίας του Θεού. Ο Σταυρός του Κυρίου
καταργεί τον συμβιβασμό και ενθρονίζεται στην καρδιά του πιστού ως
αμετάκλητη υπόσχεση για την διεξαγωγή του πνευματικού αγώνος που
επιτάσσει ο Χριστός.
3. Η σημασία και η θέση του ιερού συμβόλου
του τιμίου Σταυρού στην ζωή των Ορθοδόξων χριστιανών είναι προφανής.
Αποτελεί το κέντρο, γύρω από το οποίο στρέφεται το έργο της απολυτρώσεως
του ανθρώπου, το κεντρικό γεγονός του Ευαγγελίου. Και ακριβώς για τον
λόγο αυτό το κήρυγμα του Απ. Παύλου στα Έθνη κέντρο είχε τον Σταυρό του
Χριστού, τον Εσταυρωμένο Ιησού: «Ημείς κηρύσσωμεν Χριστόν εσταυρωμένον»
(Α. Κορ. α’, 23). Ο Σταυρός και ο Εσταυρωμένος Ιησούς ήταν το καύχημα
για τον Παύλο: «Εμοί μη γένοιτο καυχάσθαι, ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου
ημών Ιησού Χριστού» (Γαλάτ. στ’, 14).
Η θεολογία του Σταυρού δεν
περιορίζεται, ούτε σταματά στην απλή ενατένισή του κατά την Κυριακή της
Σταυροπροσκυνήσεως. Συνεχίζεται στο σφραγισμένο μνήμα και ολοκληρώνεται
στην Ανάσταση του Κυρίου. Στην εποχή μας, που έχει έκδηλα τα σημάδια της
φθοράς του ανθρώπου, που είναι πρωτοφανής η εκδήλωση του κακού, που
εξαίρεται ο υλισμός ως ουσία και γνώμονας της ζωής, που ανατρέπεται ό,τι
η χριστιανική θρησκεία έστησε όρθιο ενώπιον της συνειδήσεως της
ανθρωπότητος, ο ζωηφόρος Σταυρός θα προβάλλεται ενώπιόν μας ως όπλον
αήττητον και ακαταγώνιστον, ως σύμβολον της θείας Αγάπης και ως κριτήριο
της ανθρώπινης ανταπόκρισης προς Αυτήν, η οποία, όπως ελέχθη,
εξασφαλίζει ζωή και ανάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :