Καθώς πορευόμεθα πρός τήν μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων καί
ἑτοιμαζόμαστε νά δοξάσωμε καί νά ὑμνήσωμε τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό,
σκεπτόμεθα πόσο μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός καί πόσο μᾶς ἀγαπάει, παρά τά πολλά
ἁμαρτήματά μας καί τήν ἀποστασία μας ἀπ’ Αὐτόν.
Τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, εἶναι ἡ πίστωση τῆς πολλῆς του
ἀγάπης πρός ἐμᾶς. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος βάζει στό στόμα τοῦ
Κυρίου μας τά παρακάτω συγκινητικά λόγια:
«Διά
σέ ἐνεπτύσθην, ἐρραπίσθην, τήν δόξαν ἐκένωσα, τόν Πατέρα εἴασα καί πρός
σέ ἦλθον τόν μισοῦντα με καί ἀποστρεφόμενον καί οὐδέ ἀκοῦσαι βουλόμενον
τό ὄνομά μου. Κατεδίωξα καί ἐπέδραμον, ἵνα σέ κατάσχω, ἥνωσά με καί
συνῆψα ἐμαυτῷ. Φάγε με, εἶπον, πίε με. Καί ἄνω σέ ἔχω καί κάτω
συμπλέκομαί σοι... Οὐχ ἁπλῶς μίγνυμαί σοι, ἀλλά συμπλέκομαι, τρώγομαι,
λεπτύνομαι κατά μικρόν, ἵνα πολλή ἡ ἀνάκρασις γένηται καί ἡ μίξις καί ἡ
ἕνωσις» (Εἰς Α΄ Τιμ. ὁμ. 15).
Λόγια συγκινητικά, τά ὁποῖα δηλώνουν τήν ἄκρα τοῦ Θεοῦ συγκατάβαση καί
τήν μέχρι θυσίας σταυρικῆς ἀγάπη Του πρός τό δημιούργημά Του.
Ὅμως, ἐνῷ ὁ Ἴδιος «λεπτύνεται καί μίγνυται ἡμῖν», ἔχει δώσει καί ἄλλη
δυνατότητα παρηγορίας σέ μᾶς. Ἔχομε τήν Παναγία Μητέρα του, καί μητέρα
ὅλων μας, ἡ ὁποία εἶναι παραμυθία καί σκέπη μας. Ἔχομε τούς Ἁγίους, οἱ
ὁποῖοι εἶναι γιά μᾶς παράκλητοι, μετά τόν Παράκλητον. Οἱ Ἅγιοι εἶναι σέ
κάθε ἐποχή τά φῶτα τοῦ κόσμου καί τό ἁλάτι τῆς γῆς. Ὄχι μόνο συγκινοῦν
καί ἐμπνέουν μέ τούς ἀγῶνες τους καί τήν ἁγία βιοτή τους ἤ τά μαρτύριά
τους, ἀλλά στηρίζουν τόν ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο μέ τίς προσευχές τους καί
τίς δεήσεις τους.
Καμμιά ἐποχή δέν ἔμεινε χωρίς Ἁγίους. Καί συνεπῶς κανείς ἄνθρωπος δέν
ἔμεινε ἀπαράκλητος ποτέ. Κοντά στούς παλαιούς τοῦ Θεοῦ θεράποντες, νέοι
προστίθενται, κοντά στούς πρώτους καί οἱ τῶν μέσων καί ἐκεῖνοι τῶν
ἐσχάτων χρόνων.
Χαρᾶς λοιπόν εὐαγγέλια μέ τήν πρόσφατη ἁγιοκατάταξη τοῦ Ὁσίου Πορφυρίου
τοῦ Καυσοκαλυβίτου. Ἡμέρα χαρμόσυνος καί εὐφροσύνης ἀναπλάσις ἡ ἑορτή, ἡ
πρώτη ἐπισήμως τῆς ἱερᾶς καί φωτοφόρου μνήμης του.
Πολλοί τόν ἐγνώρισαν ἀπό κοντά. Πλεῖστοι εὐεργετήθηκαν ἀπό τίς
συμβουλές του. Ὅλοι ἠλεήθησαν ἀπό τίς προσευχές του. Ἐνόσῳ ζοῦσε ἔδιδε
ἐλπίδα, αἰσιοδοξία, παρηγοριά μέσα ἀπό τά γεμάτα φῶς μάτια του καί τό
λαμπερό του πρόσωπο, τό ὁποῖο ἀκτινοβολοῦσε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ πόνος τοῦ συνανθρώπου του ἔγινε δικός του πόνος καί τό δάκρυ τοῦ κάθε
πονεμένου μεταφέρθηκε ἀπό τόν Ὅσιο Πορφύριο προσευχητικά στόν Θεό.
Δέν εἶχε ὑλικά ἀγαθά. Ἦτο ἐλεύθερος ἀπό τά δεσμά αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἦτο ἁπλοῦς, γεμάτος καλωσύνη, γεμάτος ἀγάπη.
Ἔλαβε ἀπό τόν Θεό τό προορατικό χάρισμα. Αὐτό ἦτο τό δῶρο του, ὄχι μόνο
γι’ αὐτόν, ἀλλά γιά τήν παραμυθία τῶν ἀνθρώπων. Σέ ἐποχή πού ἐψύγη ἡ
ἀγάπη τῶν πολλῶν , πού δέν θέλει ὁ ἕνας νά βλέπῃ τόν ἄλλον, πού δέν
γνωρίζει ἤ δέν θέλει κἄν νά προφέρῃ ὁ ἕνας τό ὄνομα τοῦ ἄλλου, ἐκεῖνος, ὁ
τρισμακάριος, ἐγνώριζε τούς ἀνθρώπους προτοῦ ἀκόμη τούς δῇ. Γι’ αὐτό
καί ὅταν τόν ἐπεσκέπτοντο, τούς καλωσόριζε μέ τό ὄνομά τους. «Καλῶς ἦλθες Γιῶργο... Γιάννη... Μαρία... Κάθισε κοντά μου».
Μάλιστα, ὅπως μοῦ ἔλεγε ἕνας εὐσεβής Πατρινός, ὅταν ἐπεσκέφθη μέ τήν
οἰκογένειά του τόν π. Πορφύριο, ἐκεῖνος μίλησε στά παιδιά μέ τό μικρό
τους ὄνομα. Ἡ μικρή κορούλα τῆς οἰκογενείας, τώρα πιά μεγάλη, εἶχε
«παρεξηγηθῆ» καί διαμαρτυρήθηκε στόν πατέρα της, λέγοντας: «Μπαμπά, γιατί μέ ξέρει αὐτός ὁ Παπούλης, ἀφοῦ δέν μέ ἔχει ξαναδεῖ;».
Σ’ αὐτή τή δύσκολη ἐποχή, μέ τά πολλά προβλήματα, σ’ αὐτό τόν κόσμο πού
θέλειν ά ψαλιδίσῃ τά φτερά τῆς αἰσιοδοξίας καί τῆς ἐλπίδος, ὁ Θεός δέν
μᾶς ἐγκατέλειψε. Μέσα στό σκοτάδι λάμπουν τά φῶτα, οἱ παλαιοί καί οἱ
σύγχρονοι Ἅγιοι. Μέσα στήν ζοφερή νύχτα τῆς ἀπελπισίας, ἔρχεται ἡ ἐλπίδα
καί ἀποδιώκει τόν φόβο καί τήν ὀδύνη τῆς ψυχῆς.
Μέσα στήν πολυεπίπεδη κρίση καί τήν ἔλλειψη ἀγάπης, ἔρχεται ἡ θαλπωρή
τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται ἡ ζεστασιά τῆς ἱκεσίας τῶν Ἁγίων. Ἔρχεται ἡ
αὔρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα ἀπό τά χαριτόβρυτα λείψανά τους, γιά νά
μᾶς παρηγορήσῃ. Ἔρχονται οἱ προσευχές τῶν Ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι εἶναι τά
ὄργανα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπό τοῦ νῦν
καί ἕως τοῦ αἰῶνος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :