Σας καλωσορίζουμε στο επίσημο ιστολόγιο του Ι. Ν. Παναγίας Αλεξιωτίσσης - Σας Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη σας.

Συμπληρώστε το e-mail σας, για να λαμβάνετε ηλεκτρονικά τις αναρτήσεις μας

Θα σας σταλεί ένα email για ενεργοποίηση.

Ευαγγέλιον της ημέρας (Μρκ. ιδ΄ 43-72, ιε΄ 1)

43 Κα εθως, τι ατο λαλοντος, παραγνεται οδας σκαριτης, ες τν δδεκα, κα μετ᾿ ατο χλος πολς μετ μαχαιρν κα ξλων, πεσταλμνοι παρ τν ρχιερων κα γραμματων κα τν πρεσβυτρων.
44 Δεδκει δ παραδιδος ατν σσσημον ατος λγων· ν ν φιλσω, ατς στι· κρατσατε ατν κα παγγετε σφαλς.
45 Κα λθν εθως προσελθν ατ λγει· χαρε, ραββ, κα κατεφλησεν ατν.
46 Ο δ πβαλον π᾿ ατν τς χερας ατν κα κρτησαν ατν.
47 Ες δ τις τν παρεστηκτων σπασμενος τν μχαιραν παισε τν δολον το ρχιερως κα φελεν ατο τ τον.
48 Κα ποκριθες ησος επεν ατος· ς π λστν ξλθετε μετ μαχαιρν κα ξλων συλλαβεν με·
49 καθ᾿ μραν πρς μς μην ν τ ερ διδσκων, κα οκ κρατσατ με. λλ᾿ να πληρωθσιν α γραφα. 50 κα φντες ατν φυγον πντες.
51 Κα ες τις νεανσκος κολοθησεν ατ, περιβεβλημνος σινδνα π γυμνο· κα κρατοσιν ατν ο νεανσκοι.
52 δ καταλιπν τν σινδνα γυμνς φυγεν π᾿ ατν.
53 Κα πγαγον τν ησον πρς τν ρχιερα κα συνρχονται ατ πντες ο ρχιερες κα ο πρεσβτεροι κα ο γραμματες.
54 Κα Πτρος π μακρθεν κολοθησεν ατ ως σω ες τν αλν το ρχιερως, κα ν συγκαθμενος μετ τν πηρετν κα θερμαινμενος πρς τ φς.
55 Ο δ ρχιερες κα λον τ συνδριον ζτουν κατ το ησο μαρτυραν ες τ θανατσαι ατν, κα οχ ερισκον·
56 πολλο γρ ψευδομαρτρουν κατ᾿ ατο, κα σαι α μαρτυραι οκ σαν.
57 Κα τινες ναστντες ψευδομαρτρουν κατ᾿ ατο λγοντες
58 τι μες κοσαμεν ατο λγοντος, τι γ καταλσω τν ναν τοτον τν χειροποητον κα δι τριν μερν λλον χειροποητον οκοδομσω.
59 Κα οδ οτως ση ν μαρτυρα ατν.
60 Κα ναστς ρχιερες ες τ μσον πηρτα τν ησον λγων· οκ ποκρν οδν; Τ οτο σου καταμαρτυροσιν;
61 δ σιπα κα οδν πεκρνατο. πλιν ρχιερες πηρτα ατν κα λγει ατ· σ ε Χριστς υἱὸς το ελογητο;
62 δ ησος επεν· γ εμι· κα ψεσθε τν υἱὸν το νθρπου κ δεξιν καθμενον τς δυνμεως κα ρχμενον π τν νεφελν το ορανο.
63 δ ρχιερες διαρρξας τος χιτνας ατο λγει· τ τι χρεαν χομεν μαρτρων;
64 κοσατε πντως τς βλασφημας· τ μν φανεται; ο δ πντες κατκριναν ατν εναι νοχον θαντου.
65 Κα ρξαντ τινες μπτειν ατ κα περικαλπτειν τ πρσωπον ατο κα κολαφζειν ατν κα λγειν ατ· προφτευσον μν τς στιν πασας σε. Κα ο πηρται ραπσμασιν ατν βαλον.
66 Κα ντος το Πτρου κτω ν τ αλ ρχεται μα τν παιδισκν το ρχιερως,
67 κα δοσα τν Πτρον θερμαινμενον μβλψασα ατ λγει· κα σ μετ το Ἰησο το Ναζαρηνο σθα.
68 δ ρνσατο λγων· οκ οδα οδ πσταμαι τ σ λγεις. Κα ξλθεν ξω ες τ προαλιον, κα λκτωρ φνησε.
69 Κα παιδσκη δοσα ατν πλιν ρξατο λγειν τος παρεστηκσιν τι οτος ξ ατν στιν.
70 δ πλιν ρνετο. κα μετ μικρν πλιν ο παρεσττες λεγον τ Πτρ· ληθς ξ ατν ε· κα γρ Γαλιλαος ε κα λαλι σου μοιζει.
71 δ ρξατο ναθεματζειν κα μνναι τι οκ οδα τν νθρωπον τοτον ν λγετε. κα κ δευτρου λκτωρ φνησε. 
72 Κα νεμνσθη Πτρος τ ρμα επεν ατ ησος τι πρν λκτορα φωνσαι δς, παρνσ με τρς· κα πιβαλν κλαιε.
1 Καὶ εθως π τ πρω συμβολιον ποισαντες ο ρχιερες μετ τν πρεσβυτρων κα γραμματων κα λον τ συνδριον, δσαντες τν ησον πνεγκαν κα παρδωκαν τ Πιλτ.

ΜΕΤΆΦΡΑΣΗ 

43 Ἀμέσως, ἐνῷ αὐτὸς ἀκόμη μιλοῦσε, ἔρχεται ὁ Ἰούδας, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, καὶ μαζί του ὄχλος πολὺς μὲ μαχαίρια καὶ ξύλα, ἐκ μέρους τῶν ἀρχιερέων, τῶν γραμματέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων.
44 Ἐκεῖνος ποὺ θὰ τὸν παρέδιδε τοὺς εἶχε δώσει σύνθημα καὶ τοὺς εἶχε πῆ, «Ἐκεῖνον ποὺ θὰ φιλήσω, αὐτὸς εἶναι· συλλάβετέ τον καὶ φέρετέ τον μὲ ἀσφάλειαν».
45 Καὶ ὅταν ἦλθε, ἀμέσως τὸν ἐπλησίασε καὶ τοῦ λέγει, «Ραββί», καὶ τὸν κατεφίλησε.
46 Ἐκεῖνοι ἔβαλαν τὰ χέρια ἐπάνω του καὶ τὸν συνέλαβαν.
47 Ἕνας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ παρευρίσκοντο, ἔσυρε τὴν μάχαιραν καὶ ἐκτύπησε τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως καὶ τοῦ ἔκοψε τὸ αὐτί.
48 Τότε ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Ἤλθατε σὰν νὰ ἐπρόκειτο γιὰ κανένα ληστὴν νὰ μὲ συλλάβετε μὲ μαχαίρια καὶ ξύλα;
49 Κἀθε ἡμέρα ἤμουν κοντά σας εἰς τὸν ναὸν καὶ ἐδίδασκα καὶ δὲν μὲ πιάσατε. Ἀλλ’ ἄς ἐκπληρωθοῦν αἱ γραφαί».
50 Καὶ ὅλοι τὸν ἄφησαν καὶ ἔφυγαν.
51 Κάποιος νέος τὸν ἀκολουθοῦσε γυμνός, τυλιγμένος κατάσαρκα μὲ ἕνα σινδόνι καὶ τὸν συνέλαβαν.
52 Ἀλλ’ αὐτὸς ἄφησε τὸ σινδόνι καὶ τοὺς ἔφυγε γυμνός.
53 Καὶ ἔφεραν τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸν ἀρχιερέα καὶ μαζεύονται ὅλοι οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ γραμματεῖς.
54 Ὁ Πέτρος τὸν ἀκολούθησε ἀπὸ μακρυὰ ἕως μέσα εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ἀρχιερέως καὶ ἐκαθότανε μαζὶ μὲ τοὺς ὑπηρέτας καὶ ζεσταινότανε στὴν φωτιά.
55 Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ ὁλόκληρον τὸ συνέδριον ἐζητοῦσαν κάποιαν μαρτυρίαν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ, ὥστε νὰ τὸν θανατώσουν, ἀλλὰ δὲν εὕρισκαν.
56 Πολλοὶ ψευδομάρτυρες παρουσιάσθησαν ἐναντίον του ἀλλ’ αἱ μαρτυρίαι δὲν ἦσαν σύμφωνοι.
57 Μερικοὶ ἐσηκώθηκαν καὶ ψευδομαρτυροῦσαν ἐναντίον του καὶ ἔλεγαν,
58 «Ἐμεῖς τὸν ἔχομε ἀκούσει νὰ λέγῃ, «Ἐγὼ θὰ γκρεμίσω τὸν ναὸν αὐτὸν τὸν χειροποίητον καὶ σὲ τρεῖς ἡμέρες θὰ ἀνοικοδομήσω ἀλλον ἀχειροποίητον».
59 Ἀλλ’ οὔτε καὶ στὴν περίπτωσιν αὐτὴν ἦτο σύμφωνη ἡ μαρτυρία τους.
60 Τότε ἐσηκώθηκε ὁ ἀρχιερεὺς εἰς τὸ μέσον καὶ ἐρώτησε τὸν Ἰησοῦν, «Δὲν ἀπαντᾶς τίποτε; Διατὶ μαρτυροῦν ἐναντίον σου;».
61 Αὐτὸς ἐσιωποῦσε καὶ δὲν ἀπαντοῦσε τίποτε. Πάλιν ὁ ἀρχιερεὺς τὸν ἐρώτησε, «Σὺ εἶσαι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Εὐλογητοῦ;».
62 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε, «Ἐγὼ εἶμαι· καὶ θὰ ἰδῆτε τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου νὰ κάθεται εἰς τὰ δεξιὰ τῆς Δυνάμεως καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω εἰς τὰ σύννεφα τοῦ οὐρανοῦ».
63 Ὁ ἀρχιερεὺς ἔσχισε τὰ ἐνδύματά του καὶ λέγει, «Τὶ ἀνάγκην ἔχομεν ἀπὸ μάρτυρας;
64 Ἀκούσατε τὴν βλασφημίαν. Τί νομίζετε;». Ὅλοι δὲ τὸν κατέκριναν ὅτι εἶναι ἔνοχος θανάτου.
65 Καὶ μερικοὶ ἄρχισαν νὰ τὸν φτύνουν καὶ νὰ σκεπάζουν τὸ πρόσωπόν του καὶ νὰ τὸν κτυποῦν μὲ γροθιὲς καὶ νὰ τοῦ λέγουν, «Προφήτευσε». Καὶ οἱ ὑπηρέται τὸν ἐρράπιζαν.
66 Ἐνῷ ὁ Πέτρος ἦτο κάτω εἰς τὴν αὐλήν, ἔρχεται μία ἀπὸ τὶς ὑπηρέτριες τοῦ ἀρχιερέως,
67 καὶ ὅταν εἶδε τὸν Πέτρον νὰ ζεσταίνεται, ἀφοῦ τὸν ἐκύτταξε καλά, τοῦ λέγει, «Καὶ σὺ ἤσουνα μαζὶ μὲ τὸν Ναζαρηνόν, τὸν Ἰησοῦν».
68 Αὐτὸς ὅμως ἀρνήθηκε καὶ εἶπε, «Οὔτε ξέρω, οὔτε καταλαβαίνω τὶ λές». Καὶ ἐβγῆκε ἔξω εἰς τὸ προαύλιον καὶ ἕνας πετεινὸς ἐλάλησε.
69 Καὶ ἡ ὑπηρέτρια, ὅταν τὸν εἶδε, ἄρχισε πάλιν νὰ λέγῃ εἰς ἐκείνους ποὺ εὑρίσκοντο ἐκεῖ, «Αὐτὸς εἶναι ἀπὸ αὐτούς».
70 Ἀλλ’ ὁ Πέτρος πάλιν ἀρνήθηκε. Καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο οἱ εὑρισκόμενοι ἐκεῖ πάλιν τοῦ ἔλεγαν, «Ἀλήθεια, εἶσαι ἀπ’ αὐτοὺς, διότι εἶσαι Γαλιλαῖος καὶ ἡ προφορά σου μοιάζει».
71 Ἐκεῖνος δὲ ἄρχισε μὲ κατάρες καὶ ὅρκους νὰ λέγῃ, «Δὲν ξέρω τὸν ἄνθρωπον αὐτόν γιὰ τὸν ὁποῖον μιλᾶτε».
 72 Καὶ γιὰ δεύτερη φορὰ ἐλάλησε ὁ πετεινός. Καὶ ἐθυμήθηκε ὁ Πέτρος ὅτι ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶχε πῇ, «Πρὶν λαλήσῃ δυὸ φορὲς ὁ πετεινὸς, θὰ μὲ ἀπαρνηθῇς τρεῖς φορές», καὶ ἄρχισε νὰ κλαίῃ.
1 Καὶ ἐνωρὶς τὸ πρωΐ εἶχαν συμβούλιον οἱ ἀρχιερεῖς μαζὶ μὲ τοὺς πρεσβυτέρους καὶ τοὺς γραμματεῖς καὶ ὅλον τὸ συνέδριον καὶ ἀφοῦ ἔδεσαν τὸν Ἰησοῦν, τὸν μετέφεραν καὶ τὸν παρέδωκαν εἰς τὸν Πιλᾶτον.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Τα δικά σας σχόλια!


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...