Ομοία εστί κόκκω σινάπεως, ον λαβών άνθρωπος έβαλεν εις κήπον εαυτού· και ηύξησε και εγένετο εις δένδρον μέγα, και τα πετεινά του ουρανού κατεσκήνωσεν εν τοις κλάδοις αυτού. Πάλιν είπε· τίνι ομοιώσω την βασιλείαν του Θεού; ομοία εστί ζύμη, ην λαβούσα γυνή έκρυψεν εις αλεύρου σάτα τρία, έως ου εζυμώθη όλον. Και διεπορεύετο κατά πόλεις και κώμας διδάσκων και πορείαν ποιούμενος εις Ιερουσαλήμ. είπε δε τις αυτώ· Κύριε, ει ολίγοι οι σωζόμενοι; ο δε είπε προς αυτούς· αγωνίζεσθε εισελθείν δια της στενής πύλης· ότι πολλοί, λέγω υμίν, ζητήσουσιν εισελθείν και ουκ ισχύσουσιν. αφ΄ ου αν εγερθή ο οικοδεσπότης και αποκλείση την θύραν, και άρξησθε έξω εστάναι και κρούειν την θύραν λέγοντες· Κύριε Κύριε, άνοιξον ημίν· και αποκριθείς ερεί υμίν, ουκ οίδα υμάς πόθεν εστέ· τότε άρξεσθε λέγειν· εφάγομεν ενώπιόν σου και επίομεν, και εν ταις πλατείαις ημών εδίδαξας· και ερεί· λέγω υμίν, ουκ οίδα υμάς πόθεν εστέ· απόστητε απ΄ εμού πάντες οι εργάται της αδικίας. εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων, όταν όψησθε Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και πάντας τους προφήτας εν τη βασιλεία του Θεού, υμάς δε εκβαλλομένους έξω και ήξουσιν από ανατολών και δυσμών και από βορρά και νότου, και ανακλιθήσονται εν τη βασιλεία του Θεού.
Μοιάζει με σπόρο σιναπιού, που κάποιος τον φύτεψε στον κήπο του. Μεγάλωσε, έγινε ολόκληρο δέντρο, και τα πουλιά φώλιασαν στα κλαδιά του». Είπε πάλι: «Με τι να παρομοιάσω τη βασιλεία του Θεού; Μοιάζει με προζύμι, που το πήρε κάποια γυναίκα και το ανακάτωσε με ένα σακί αλεύρι, ώσπου ζυμώθηκε όλο». Καθώς ο Ιησούς πήγαινε στα Ιεροσόλυμα, περνούσε μέσα από πόλεις και χωριά διδάσκοντας. Κάποιος τον ρώτησε: «Κύριε, είναι λίγοι αυτοί που θα σωθούν;» Εκείνος τους απάντησε: «Εσείς αγωνιστείτε να μπείτε από τη στενή πύλη, γιατί σας βεβαιώνω πως πολλοί θα θελήσουν να μπουν και δε θα μπορέσουν. Όταν έρθει η ώρα, θα σηκωθεί ο οικοδεσπότης και θα μανταλώσει την πόρτα· κι εσείς θα σταθείτε απ΄ έξω και θ΄ αρχίσετε να χτυπάτε λέγοντας «Κύριε, άνοιξέ μας». Τότε εκείνος θα σας απαντήσει: δε σας ξέρω από πού είστε. Τότε θ΄ αρχίσετε να λέτε: εμείς φάγαμε και ήπιαμε μαζί σου, και μας δίδαξες στις πλατείες μας. Κι εκείνος θα σας πει: σας λέω, δε σας ξέρω από πού είστε· φύγετε από κοντά μου όλοι εσείς οι εργάτες του κακού. Εκεί θα κλαίτε και θα τρίζετε τα δόντια σας, όταν θα δείτε τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ και όλους τους προφήτες στη βασιλεία του Θεού, κι εσάς να σας πετάνε έξω. Θα έρθουν άνθρωποι από την ανατολή και τη δύση, απ΄ το βορρά και το νότο και θα καθίσουν στο τραπέζι της βασιλείας του Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια :